Samstag, 5. März 2022

Η ΠΟΛΥΤΟΜΗ - ΑΛΛΑ ΑΝΕΠΙΚΑΙΡΗ ΠΛΕΟΝ - "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ" (1860-1876) ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ.

  Όπως ίσως μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης από τον τίτλο, η αφορμή του σημερινού κειμένου είναι το κράμα απορίας και αγανάκτησης του γράφοντος ως προς το γιατί να υπάρχουν "την σήμερον ημέραν" οκτώ (8!) τουλάχιστον εκδοτικοί οίκοι (Νίκας, Ερμείας, Ελευθερουδάκης, Κωνσταντινίδης, Αλέξανδρος, Δημητράκος, Κάκτος (εικ. 2), National Geographic (εικ. 3) - έρευνα βασισμένη στο google search και ειδικά στα στοιχεία του politeianet.gr), οι οποίοι δημοσιεύουν το πολύτομο (οι δυο τελευταίοι εξ αυτών που αναφέρονται στην λίστα μας το βγάλανε σε 20 τόμους) έργο του "εθνικού μας ιστορικού" Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου (εικ. 1). Πρόκειται για ενα έργο που πρωτοξεκίνησε το 1853 και πήρε ουσιαστική μορφή από το 1860 και μετά. Ο τελευταίος τόμος εκδόθηκε στα 1876, λίγο μετά τις ανακαλύψεις του Heinrich Schliemann δηλαδή (βλ. κείμενο Ιανουαρίου 2022 εντ.) που άνοιξαν νέους ορίζοντες στην Ιστορία. Ο πρώτος τόμος του έργου όμως (εικ. 2-3) δεν αναφέρει τίποτε για αυτά. Τουναντίον, οι μέχρι σήμερα εκδόσεις του έργου είναι απλά επανεκδόσεις του πρωτοτύπου. Αρκετοί εκ των προαναφερόμενων εκδοτικών οίκων (π.χ. οι των εικ. 2-3) έκαναν τον κόπο να "μεταφράσουν" το πρωτότυπο κείμενο από την καθαρεύουσα στην δημοτική νεοελληνική (ο γράφων έβαλε την λέξη "μεταφράσουν" σε εισαγωγικά, γιατί  δεν θεωρεί οτι η καθαρεύουσα είναι δυσνόητη), κάποιοι δε φρόντισαν για πολυτελείς εκδόσεις με σκληρόδετα εξώφυλλα, ιλλουστρασιόν χαρτί, μεγάλο μέγεθος, και εικόνες σε άσχετα κεφάλαια του έργου. Σε αυτήν την κατηγορία δυστυχώς ανήκει το έργο της εικ. 3, το οποίο και στην τηλεόραση έχει διαφημιστεί (π.χ. από τον "συμπαθή" κύριο που τώρα πλέον διατελεί υπουργός) και κατά καιρούς έχει διανεμηθεί ως προσφορά από διάφορες εφημερίδες.

Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (Κωνσταντινούπολη 1815 - Αθήνα 1891)

 Τα γραφόμενα αυτά ελπίζουμε να μην παρεξηγηθούν. Ούτε υποτιμούμε, ούτε υποβιβάζουμε τον Παπαρρηγόπουλο, το έργο του και τους εκδοτικούς οίκους που το δημοσιεύουν. Οφείλουμε ωστόσο να αναφέρουμε οτι από την πρώτη έκδοση του έργου εως σήμερα, πολλά έχουν αλλάξει στην επιστήμη της ιστορίας. Ειδικά οι πρώτοι τόμοι του έργου και, κυρίως ο πρώτος (εικ. 2-3) είναι πλέον παντελώς ανεπίκαιρος. Τι να το κάνεις το μεγάλο μέγεθος, το χαρτί πολυτελείας, την δημοτική γλώσσα με το μονοτονικό και τις ωραίες εικόνες, άμα το περιεχόμενο του πρώτου βιβλίου τιτλοφορείται μεν "Προιστορία/ Προιστορικοί Χρόνοι" αλλά παραπέμπει  σε μεθοδολογία και δεδομένα του 19ου αιώνα;


 Θα το εκτιμούσαμε δεόντως, εαν υπήρχε μια έκδοση του έργου αυτού, όχι μόνο με εικόνες αγαλμάτων, αγγείων και ναών δωρικού και ιωνικού ρυθμού σε άσχετα κεφάλαια, αλλά συμπληρωμένη και με χάρτες. Ειδικά όμως, με προστιθέμενα επεξηγηματικά σχόλια και νεώτερη βιβλιογραφία, κατά το παράδειγμα της Ιστορίας της Ελληνιστικής Εποχής του G. A. Droysen, η οποία εκδόθηκε σε επιμέλεια των Ρένου-Ήρκου-Στάντη Αποστολίδη. Η εν λόγω έκδοση μπορεί να χρησιμεύσει ως πυξίδα πλοήγησης και παράδειγμα για το πως θα πρέπει να γίνεται μια επανέκδοση ενός τόσο παλαιού επιστημονικού/ιστορικού έργου. Παρεπιπτόντως, το έργο του Droysen, αλλά και του Mommsen έχει επανεκδoθεί από εναν μόνο εκδοτικό οίκο στην Γερμανία και έχει μεταφραστεί από επίσης εναν εκδοτικό οίκο στην Αγγλία. Το ίδiο ισχύει και στην περίπτωση του έργου του Gibbon. Με επεξηγηματικά σχόλια και βιβλιογραφία θα είχε νόημα η ύπαρξη του πρώτου τόμου του Παπαρρηγόπουλου. Δυστυχώς με τους ισχύοντες κανόνες αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Ο πρώτος τόμος ακόμα και της πολυτελέστερης έκδοσης που έχουμε υπόψιν μας (εικ. 3) δεν αναφέρει τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις που έλαβαν χώρα μετά το τέλος της πρώτης έκδοσης (1876), ούτε την εύρεση νέων γραπτών πηγών (π.χ. επιγραφές, αρχαίοι συγγραφείς) που συνετέλεσαν στην αναθεώρηση πολλών συμπερασμάτων και φαινομένων. Παραμένει πιστός στο αρχικό κείμενο, το οποίο βασίζεται στην μυθολογία και σε δεδομένα που ισχύαν την εποχή του συγγραφέα. Και για αυτό δεν έχει δυστυχώς καμία πλέον χρησιμότητα στην σύχρονη ιστορική επιστήμη, πέραν των πλαισίων μιας "History of Research/ Forschungsgeschichte" και μιας ιστοριοδιφικής ματιάς. Μπορεί επίσης να μπερδέψει περισσότερο τον αγνό αναγνώστη που δεν έχει την εμπειρία της ιστορικής μεθόδου και έρευνας, εκείνου που έχει μείνει στις γνώσεις ιστορίας που του παρείχαν τα σχολικά εγχειρίδια.