Donnerstag, 30. August 2012

ΟΙ ΑΡΓΥΡΕΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ.

  - "Αφηστε με σας παρακαλω να περασω!" Ο νεαρος, μικροσωμος ιπποκομος ετρεχε αναψοκοκκινισμενος και ιδρωμενος αναμεσα σε κουρασμενους στρατιωτες που ειτε καθονταν, ειτε στεκονταν και συζητουσαν η' επιναν μεταξυ τους. Γλυστρισε αναμεσα τους σαν χελι και σταθηκε λιγα μετρα πιο μακρυα απο τα βασιλικα λαβαρα που στολιζαν την μεγαλη πορφυρη σκηνη στο κεντρο του προχειροστημενου στρατοπεδου, λιγα μετρα εξω απο την Ακρα, στην Παλαιστινη. Κοντευε τελη Απριλη του 1191 και ο καιρος ηταν γλυκος. Ο ηλιος δεν ειχε δυσει ακομα και ενα δροσερο αερακι φυσουσε απαλα, δροσιζοντας τα προσωπα των στρατιωτων. Οχι πολυ μακρυα απο την μεγαλη βασιλικη τεντα ακουγονταν τραγουδια και εγχορδα απο καποιους ερασιτεχνες τροβαδουρους.

 Ο ιπποκομος πλησιασε διστακτικα την σκηνη. Ομιλιες ακουγονταν απο μεσα. Ποια θα ηταν η επομενη κινηση του; Θα επιτρεποταν να μπει αυτος, ενας απλος ιπποκομος, στη σκηνη του βασιλια; Ειχε το δικαιωμα να παραδωσει ο ιδιος την ειδηση; Και εαν ο βασιλιας θυμωνε μαζι του; Η ειδηση δεν ηταν ευχαριστη. Και ηταν γνωστο οτι ο βασιλιας της Αγγλιας, Ριχαρδος ο Α' ο Πλανταγενετης φημιζοταν για το εκρηκτικο του ταπεραμεντο. Παρατηρησε τα βλεματα των φρουρων της σκηνης. Τον κοιταζαν ειρωνικα, ετοιμοι να κανουν την κινηση τους, εαν εκανε ενα βημα μπροστα. Αλλα κατι επρεπε να συμβει, γιατι χρονος για χασιμο δεν υπηρχε.

 Εκεινη την στιγμη, για καλη του τυχη, ενας μεσοκοπος ανδρας βγηκε απο την σκηνη. Απο την φορεσια του φαινοταν οτι ηταν ευγενης. Ο ανδρας κοιταξε τον ιπποκομο: - "Τι εγινε;" τον ρωτησε. - "Ασχημα νεα αρχοντα μου", τραυλισε ο ιπποκομος. Ο αριστοκρατης, ο Ροβερτος του Θορνχαμ, του εκανε ενα νευμα να πλησιασει και του ζητησε εξηγησεις. Ο ιπποκομος τεντωθηκε και ψιθυρισε μερικες λεξεις στο αυτι του Ροβερτου. Λεξεις, που εκαναν τον φεουδαρχη να γουρλωσει εντρομος τα ματια. - "Ελα μαζι μου στη σκηνη! Πρεπει να ενημερωσουμε την Εξοχοτητα του! Ανοιξτε δρομο!" διεταξε τους φρουρους, οι οποιοι υπακουσαν αμεσως.

 Μεσα στη σκηνη, ο Ριχαρδος συζητουσε γυρω απο ενα στρογγυλο τραπεζι γεματο χαρτες, τα της προετοιμασιας για την ανακαταληψη της Ιερουσαλημ απο τους Σαρακηνους. Γυρω απο το τραπεζι ησαν συγκεντρωμενοι ευγενεις, ιπποτες, βασιλεις. Μεταξυ αυτων, ο βασιλιας της Γαλλιας Φιλιππος, ο  Γυη ντε Λουζινιαν, ο Μονφερατ, ο Ριχαρδος ντε Καμβιλ. Ολους ομως τους ξεπερνουσε στην εμφανιση ο Ριχαρδος της Αγγλιας. Ξεχωριζε για την κορμοστασια του, το μποι του, τα σκουροξανθα μαλλια και γενια του, την βαθια, δυνατη του φωνη, την πειθω των λογων του. Οι παρισταμενοι τον ακουγαν με προσοχη. Αν και νεος, ηξερε πολυ καλα την πολεμικη τεχνη. Ηταν αριστος ιππεας και χειριζοταν το σπαθι οσο κανεις αλλος.

 Ο ιπποκομος χαζευε τον βασιλια της Αγγλιας θαμπωμενος απο το παραστημα του, μεχρι που ο Ροβερτος του εκανε νοημα να πανε πιο κοντα. Ο Ριχαρδος απορησε που ο Ροβερτος γυρισε τοσο γρηγορα. Εκεινος του ζητησε να τον απασχολησει για ενα λεπτο με μια ιδιωτικη συζητηση. Ο βασιλιας ζητησε συγνωμη απο τους παρισταμενους, και τραβηχτηκε με τον Ροβερτο στην ακρη της σκηνης. - "Μεγαλειοτατε, αυτος εδω ο μικρος ιπποκομος εφερε νεα μαζι του. Τα ακουσε απο καποιους ναυτικους στο λιμανι. Το δευτερο πλοιο που μας ακολουθουσε απο την Μεσσηνα στην Ακρα, αυτο στο οποιο επενεβαιναν η αδελφη σας και η μνηστη σας, απομακρυνθηκε κατα την διαρκεια της καταιγιδας  απο τον υπολοιπο στολο. Θυμαστε οτι ειχαμε στειλει ενα πλοιο μας να το βρει; Το πλοιο λοιπον, προσαραξε στην Κυπρο, κοντα στην Λεμεσο. Η αδελφη σας και η μνηστη σας ζητησαν ακροαση απο τον κυρη του νησιου, Ισαακ Κομνηνο, συγγενη της αυτοκρατορικης οικογενειας της Κωσταντινουπολης. Ζητησαν την φιλοξενια του και βοηθεια με τις επισκευες του πλοιου. Απο τοτε δεν εχουμε νεα τους. Οι ναυτικοι στο λιμανι λενε, οτι ο Κομνηνος κραταει τις αρχοντισσες ομηρους και ζηταει λυτρα."

 Ο Ριχαρδος ειχε ακουσει αρκετα. Το προσωπο του, τα ματια του, αρχιζαν να κοκκινιζουν. Ο θυμος τον κυριευε και επρεπε να ξεσπασει. Ο Ροβερτος εσκυψε το κεφαλι. φοβουμενος την οργη του βασιλια, σε περιπτωση που τον κοιταζε καταματα. Σφιγγοντας τα δοντια απο θυμο, αποκριθηκε ο Πλανταγενετης: - "Προσεξε, να μην βγουν αυτες οι πληροφοριες παρα εξω! Οσο ειναι ακομα φημες, την εχουμε καλα. Βλεπεις και συ τι γινεται, πολλοι εδω μεσα ειναι εναντιον μου. Δωσε διαταγη να αρματωθει ενα ακομη πλοιο με στρατιωτες για Κυπρο. Και οχι πολλα λογια. Οχι ακομα τουλαχιστον!" 

 Η νυχτα ειχε απλωσει το πεπλο της πανω απο το στατοπεδο της Ακρας. Απο μακρυα ακουγονταν οι προσευχες του ιμαμη. Ο βασιλιας Ριχαρδος δεν μπορουσε να κοιμηθει. Σκεφτοταν διαφορα. Ξαφνικα μπαινει μεσα ο Ροβερτος μαζι με τον ιπασπιστη του βασιλια. Στο χερι του κρατουσε ενα λευκο περιστερι. - "Αρχοντα μου, πριν απο λιγα λεπτα εφτασε το περιστερι αυτο στο στρατοπεδο - Απο την Κυπρο!" Ο Ριχαρδος πεταχτηκε επανω. Ναι, το περιστερι εφερε μια χρυση αλυσιδα με μια μικρη σφραγιδα επανω. Την αφαιρεσε. Ηταν η σφραγιδα της αδελφης του, της Ιωαννας. Πανω στη σφραγιδα ηταν δεμενο ενα μικρο δερματινο κυλινδρικο θηκαριο. Το ανοιξε. Ενα κομματι χαρτι τυλιγμενο ηταν μεσα. Με κοφτες κινησεις το ξετυλιξε και το διαβασε. Η αδελφη του του εγραφε οτι εδω και μιαμισι βδομαδες περιπου κρατειται αιχμαλωτη στον πυργο του Κομνηνου στη Λεμεσο, μαζι με την μνηστη του. Την Βερενγγαρια της Ναβαρας. Τη γυναικα που ποτε αληθινα δεν γνωριζε, αλλα επρεπε να παντρευτει για το καλο της Αγγλιας. Στον λαιμο του ειχε κρεμασμενο ενα μενταγιον με την μορφη της. Ενα γλυκο, οβαλ προσωπο με πρασινα ματια, πλαισιωμενο απο πλουσια ξανθα μαλλια. Ποσο ομορφη ηταν! Ο νους του ηταν γεματος πολεμικα κατορθωματα. Ηθελε να ξεκινησει Σταυροφορια, να ελευθερωσει τους Αγιους Τοπους απο τους Σαρακηνους. Δεν ειχε χρονο για ερωτες. Αλλα κατι στο πορτραιτο της Βερενγγαριας τον τραβουσε. Τον μαγνητιζε. Ηθελε να την γνωρισει, να σμιξει μαζι της. Αλλα η μοιρα τα εφερε ετσι, που η καταραμενη τρικυμια τους χωρισε. Αχ και να ηταν στο ιδιο πλοιο μαζι του τοτε! Η μοιρα ... Τωρα η μοιρα επαιξε ακομα πιο σκληρα παιχνιδια. Η γυναικα που στα χερια της μελεται να κρατησει την τυχη της Αγγλιας, κρατειται η ιδια αιχμαλωτη απο τον σκληρο δεσποτη της Κυπρου. Ο Ριχαρδος ειχε τις πληροφοριες του για αυτον. Ο Ισαακ Κομνηνος ειχε καταλαβει το νησι με μια χουφτα μισθοφορων. Κανεις δεν τον σταματησε. Δεν ειχε και πολυ καλες σχεσεις στην βυζαντινη αυλη. Ηταν μακρια απο την Κωσταντινουπολη και κανενας δεν τον ελεγχε. Ο Ριχαρδος ηταν βεβαιος για αυτο: Οι Βυζαντινοι δεν θα ανακατευονταν, εαν εξεστρατευε εναντιον του Κομνηνου. Ολος του ο θυμος, ολη του η ενεργεια, επικεντρωνοταν στον δεσποτη της Κυπρου. Θα πηγαινε στο νησι. Θα τον νικουσε. Θα απελευθερωνε την αδελφη και την μελλουσα νυφη του. Για την τιμη του. Για την τιμη της Αγγλιας. Το γραμμα της αδελφης του τα εξιστορουσε ολα. Παρακαλουσε το Θεο και την Παναγια για βοηθεια. Το γραμμα τελειωνε με μια χειρογραφη σημειωση, γραμμενη απο αλλο προσωπο. Ο γραφικος χαρακτηρας πρεπει να ηταν της Βερενγγαριας. Μια φραση μονο υπηρχε: "Κυριε, ειστε η μονη μου ελπιδα. Σωστε με, σας παρακαλω".

 - "Δωσε διαταγη να ετοιμαστουν οι ανδρες και τα πλοια! Μπαρκαρουμε για την Κυπρο. Η Ιερουσαλημ μπορει να περιμενει", διεταξε τον Ροβερτο. Εκεινος υποκλιθηκε και εφυγε.    


 
  Ηταν Πρωτομαγια του 1191. Ενας υπηρετης μπηκε στο δωματιο του Ισαακ Κομνηνου στο καστρο της Λεμεσου και τραβηξε τις βαριες κουρτινες. Το φως του ηλιου πλημμυρισε το ευρυχωρο δωματιο. Ο Κομνηνος ανοιξε βαριεστημενα τα ματια. Ανασηκωθηκε μουρμουριζοντας βωμολοχιες και κατευθυνθηκε προς το τραπεζι, πανω στο οποιο ο υπηρετης ειχε αφησει μια μεταλλινη λεκανη με φρεσκο νερο. Ειχε περασει ωραια χτες το βραδυ. Πλουσιο φαγητο και πιοτο, καλη παρεα. Εκτος απο αυτες τις δυο ξενες. Την Ιωαννα της Σικελιας και την Βερενγγαρια της Ναβαρας. Καθονταν κοντα κοντα σε μιαν ακρη του τραπεζιου και ησαν πολυ σιωπηλες. Δεν μιλουσαν, εαν δεν τις απευθυνε τον λογο. Ο Κομνηνος ηταν περιεργος. Ηθελε να μαθει πολλα. Για την ζωη στις βασιλικες αυλες της Δυσης. Για τις τεχνες. Για τα πολεμικα δεν ειχαν να πουν πολλα, οντας γυναικες. Αλλα αυτο δεν τον ενοχλουσε και πολυ. Το σημαντικο ηταν, οτι ειχε αυτες τις εκλεκτες ... καλεσμενες. Δεν τον ενοιαζε καν ποιος ηταν ο Ριχαρδος Α' που τον ονομαζαν καποιοι και Λεοντοκαρδο. Αν ειναι οντως Λεοντοκαρδος, τοτε θα πληρωσει σιγουρα πολλα για να παρει τις γυναικες πισω. Ο Κομνηνος πλυθηκε και σκουπιστηκε με μια πετσετα. Ηταν σιγουρος οτι κανεις απο τους μεγαλους βασιλεις δεν θα ανακατευοταν στις δουλειες του. Κανεις απ' αυτους δεν νοιαζονταν για την Κυπρο. Αυτος μονο ηταν ο κυρης του νησιου. Και δεν εδινε σε κανεναν αναφορα. Τα λυτρα για τις αρχοντισσες θα πληθαιναν τους θησαυρους που υπηρχαν ηδη στο θησαυροφυλακιο.

 Εκεινη την στιγμη ακουστηκαν ποδοβολητα στην εισοδο. Καποιος χτυπησε την βαρια ξυλινη πορτα. Ο Κομνηνος εδωσε διαταγη να μπει μεσα. Δυο πανοπλοι στρατιωτες ορμησαν μεσα πανικοβλημενοι. Δυο αλλοι περιμεναν απ' εξω. - "Αρχοντα ... Ξενος στολος στ' ανοιχτα ... " ψελλισαν τρομαγμενοι. Ηταν γνωστο πως ο Κομνηνος ηταν ανθρωπος των ακρων. Εκεινος ετρεξε αμεσως εξω. Ανεβηκε στον πυργο του καστρου. Στο βαθος του οριζοντα φαινονταν τουλαχιστον τρια πλοια. Δεν ηθελε και πολυ χρονο μεχρι να φτασουν στις ακτες.Το ενα απο αυτα εφερε τα λαβαρα του οικου των Πλανταγενετων. - "Ο ιδιος ο Ριχαρδος ερχεται λοιπον να παραλαβει την ασπιλη μνηστη του. Ωραια, θα το κανονισω το παλιοπαιδο!" σκεφτοταν ο Κομνηνος, χαμογελωντας κατω απο τα μουστακια του.

 Σε ενα δωματιο του καστρου με θεα το λιμανι, η Ιωαννα και η Βερενγγαρια παρατηρουσαν τα πλοια που σιγα σιγα πλησιαζαν. - "Ερχεται ο Ριχαρδος! Στο ειχα πει, ο αδελφος μου διευθετει παντα τα ζητηματα του αυτοπροσωπως!" ουρλιαξε απο χαρα η Ιωαννα, ενω δακρυα κυλουσαν στα μαγουλα της. Η Βερενγγαρια, φανερα συγκινημενη, δεν ειπε τιποτε. Εσφιγγε μονο μια μικρη καδενα στο στηθος της, η οποια ειχε ενα πορτραιτο του Ριχαρδου επανω της. Και σκεφτοταν, πως αυτος ο ανδρας, που ειχε δει μια φορα μονο, χρονια πριν, οταν και οι δυο τους ησαν παιδια, της θυμιζε τον Αρθουρο, τον Λανσελοτ, τον Ελ Σιντ Ρονδριγο ντε Βιβαρ. Αυτος ο ανδρας ηταν ενας ηρωας, ομοιος με τους ηρωες των τραγουδιων των τροβαδουρων. Ενας ιπποτης βασιλιας που θυσιαζει τα παντα, προκειμενου να σωσει την αγαπημενη του απο κινδυνους. Αυτος ειναι ο ανδρας, τον οποιο οσο τιποτε αλλο στον κοσμο δεν θελει, παρα να παντρευτει και να ζησει ευτυχισμενη κοντα του.



 Κοντευε να βραδιασει, οταν μια μεγαλη βαρκα προσαραξε στο λιμανι της Λεμεσου. Πανοπλοι στρατιωτες, μαζι με τους Ροβερτο του Θορνχαμ, Ριχαρδο ντε Καμβιλ και Γυη ντε Λουζινιαν βγηκαν και πατησαν σε στερεο εδαφος. Απεναντι τους στεκοταν η προσωπικη φρουρα του Κομνηνου, η οποια και τους οδηγησε στο λιμανι για τις διαπραγματευσεις. Οι διαπραγματευσεις θα γινοταν σε μια μεγαλη αιθουσα του καστρου. Οι τρεις ευγενεις ζητησαν να δουν τις γυναικες. Τις φερανε. Ο ιδιος ο Κομνηνος δεν ηταν παρων. Οι συμβουλατορες του ζητησαν να δουν τα λυτρα που εφεραν οι ξενοι. Οι στρατιωτες του βασιλια εφεραν δυο μεγαλα και βαρια σεντουκια στην αιθουσα, τα οποια ηταν γεματα χρυσαφικα, κοσμηματα και νομισματα. Οι συμβουλατορες του Κομνηνου αποτραβηχτηκαν σε μια γωνια για να συζητησουν. Το εμπειρο βλεμμα του Ροβερτου διεκρινε, οτι οι συμβουλατορες ηταν χωρισμενοι σε δυο στρατοπεδα: Αυτους με το μερος του Κομνηνου, που δεν θελαν να δεχτουν τα λυτρα, αλλα σκεφτονταν πως θα παρουν περισσοτερα ακομη απο τα υπαρχοντα απο τους Δυτικους. Και αυτους που υποστηριζαν την αντιθετη αποψη, οτι δηλαδη να παρουν αυτα που τους προσφερονταν, να δωσουν τις γυναικες και να τελειωνει η υποθεση, γιατι οι Φραγκοι πανω στο νησι δεν ειναι καλο σημαδι. Ο Κομνηνος με την απερισκεπτη, αναξια μελους βασιλικης οικογενειας πραξη του να πιασει ομηρους δυο μελη μεγαλης βασιλικης φαμιλιας της Ευρωπης, εβαλε σε κινδυνο, οχι μονο τα προσωπικα τους συμφεροντα, αλλα και την τυχη ολοκληρου του νησιου. Η αγωνια της αλλης πλευρας, οι ψιθυροι και τα μουρμουρητα των δικων του, εβαλαν τον Ροβερτο σε σκεψεις: Μηπως ο Κομνηνος το εσκασε απο την Λεμεσο; Μηπως δολοφονηθηκε; Οπως και να εχει, η αντιπαλη πλευρα ειναι αγχωμενη. Ο Ροβερτος μοιραστηκε τις σκεψεις του με τους συντροφους του. Τοσο ο ντε Καμβιλ οσο και ο Λουζινιαν συμφωνησαν, οτι επρεπε να εκμεταλλευτουν την κατασταση αυτη, ωστε και τις γυναικες να ελευθερωσουν, και τα σεντουκια να κρατησουν. Καθως τα μουρμουρητα στην αιθουσα αυξανονταν, οι τρεις ευγενεις ζητησαν την προσοχη ολων των παρισταμενων. Τον λογο πηρε ο Ροβερτος, ο οποιος και προτεινε να συνεχισουν τις συνομιλιες την επομενη μερα. Κοιταξε τις δυο γυναικες στα ματια. Εκεινες καταλαβαν: Η λυτρωση τους δεν θα αργουσε να ερθει. Οι συνομιλητες απεχωρησαν, οι μεν συμβουλατορες του Κομνηνου και οι γυναικες στα δωματα του καστρου, οι δε ευγενεις με τους ανθρωπους τους στα πλοια που ηταν αγκυροβολημενα ανοιχτα της Λεμεσου.

 Η ωρα ηταν περασμενη, μετα τα μεσανυχτα. Ο ουρανος ηταν καθαρος, το φεγγαρι και τα αστερια ελαμπαν. Οι φρουροι του καστρου απο τους πυργους παρατηρουσαν το λιμανι. Δεν μπορουσε να τους ξεφυγει τιποτε. Η απογευματινη βαρδια ειχε δει να ερχονται τρεις βαρκες απο τα πλοια του Ριχαρδου προς το λιμανι. Οι ευγενεις και οι στρατιωτες επενεβαιναν στην πρωτη που επιασε στο λιμανι. Οι αλλες δυο προσαραξαν οταν η πομπη οδηγηθηκε στο καστρο του Κομνηνου. Περιειχαν μεγαλα βαρελια και μερικους ανδρες. Πιθανον να ηθελαν να τα γεμισουν με ποσιμο νερο για το ταξιδι. Με την ανακατωσουρα στο λιμανι και την προσοχη ολων στραμμενη στους ξενους επισκεπτες και τις διαπραγματευσεις, κανενας δεν εδωσε περαιτερω προσοχη σε αυτα τα μικροπραγματα. Τα βαρελια τοποθετηθηκαν σε μια σκιερη γωνια του λιμανιου, απο οπου κανεις δεν περνουσε. Ετσι, οταν μετα τα μεσανυχτα, τα βαρελια ανοιξαν και απο μεσα βγηκαν μαυροντυμενοι ανδρες, οπλισμενοι με μαχαιρια και ξιφη - εις εκ των οποιων ηταν ο βασιλιας Ριχαρδος αυτοπροσωπως - κανενας δεν ηταν κοντα που να τους παρει ειδηση. Οι πολεμιστες δεν συναντησαν αντισταση. Ενα με τις σκιες, κινηθηκαν προς τις πυλες του καστρου. Παρατηρησαν την φρουρα. Και προχωρησαν προς την πισω πλευρα. Εκει τους περιμενε μια πορτα μισανοιχτη, αφημενη ετσι απο καποιον υπηρετη του καστρου, ο οποιος πηρε την διαταγη απο εναν εκ των χρηματισμενων συμβουλατορων του Κομνηνου. Ο Ροβερτος το ειχε φροντισει κι αυτο. Καποιοι φρουροι που βρεθηκαν στο δρομο τους, σφαγιαστηκαν. Πριν πεθανει, ενας απο αυτους αποκαλυψε που κρατουνταν οι γυναικες. Ο Ριχαρδος, αιματοβαμμενος και σκονισμενος,ορμησε σαν λιονταρι στο δωματιο, αφου πρωτα κατεβαλε τους δυο φρουρους μαζι με τους συντροφους του. Η Ιωαννα επεσε με λυγμους στην αγκαλια του: - "Αδελφε μου! Μα την Παναγια και τον Αγιο Γεωργιο, τα καταφερες! Προσευχομουν για σενα!".  Η Βερενγγαρια στεκοταν παραμερα σαστισμενη. Στο χλωμο φως των λυχναριων, προσπαθουσε να διακρινει το προσωπο του μεγαλοσωμου πολεμιστη. Ο σωτηρας της ειχε ερθει. Ενιωσε να χανει τις αισθησεις της. Δυο στιβαρα μπρατσα την κρατησαν τρυφερα προτου ακουμπησει στο εδαφος. Ανοιξε τα ματια της και κοιταξε τον ιπποτη. Οι δυο τους κοιταχτηκαν απλα χωρις να πουν τιποτε ...

 Στις 12 Μαιου 1191 ο Ριχαρδος παντρευτηκε την Βερενγγαρια στο παρεκκλησι του Αγιου Γεωργιου, στο καστρο της Λεμεσου. Η νυφη στεφθηκε τον τιτλο της βασιλισσας της Αγγλιας στην Κυπρο. Ο Κομνηνος ειχε πραγματικα δραπετευσει απο την Λεμεσο την μερα που εφταναν τα πλοια του Ριχαρδου. Δεν ειχε προλαβει να παρει ολους τους θησαυρους του μαζι. Μεταξυ αυτων περιλαμβανονταν και ενα ζευγαρι αργυρων αλυσιδων απο την Κωσταντινουπολη. Ο Κομνηνος περηφανευονταν στις δυο γυναικες, οταν τις ειχε πρωτοπιασει, οτι θα τις περναγε στον Ριχαρδο, αν τυχαινε και αποβιβαζοταν στο νησι. Μολις ομως ειδε τα πλοια του την Πρωτομαγια, πανικοβληθηκε. Οι στρατιωτες του Ριχαρδου καταφεραν να τον εντοπισουν λιγες μερες πριν τον γαμο σε ενα κρυμμενο σε ενα χωριο, λιγα χιλιομετρα πιο εξω απο την Λεμεσο. Ενας χωρικος τον μαρτυρησε. Ο Κομνηνος οδηγηθηκε μπροστα στον Ριχαρδο: - "Πανουργε Βυζαντινε! Τολμησες να τα βαλεις με μενα! Ειχες το θρασος να απαγαγεις και να κρατησεις παρα την θεληση τους δυο μελη της οικογενειας μου! Με καθυστερησες απο τον δικαιο και ιερο αγωνα μου να ελευθερωσω τους Αγιους Τοπους! Τωρα θα πληρωσεις για τα εγκληματα σου! Θα φυλακιστεις φορωντας για το υπολοιπο της ζωης σου τις αργυρες αλυσιδες που προοριζες για μενα!" βρυχηθηκε ο Πλανταγενετης και ολοι αισθανθηκαν την οργη και το σφριγος του. Ο Κομνηνος φυλακιστηκε στον Αγιο Ανδρεα της Καρπασιας φορωντας τις αλυσιδες. Ο Ριχαρδος και οι στρατιωτες του, μαζι με την Βερενγγαρια, εγκατελειψαν την Κυπρο αρχες Ιουνιου 1191, αφου δεν βρηκαν αντισταση. Ο βασιλιας ορισε τους Ροβερτο του Θορνχαμ και Ριχαρδο ντε Καμβιλ ως κυβερνητες της Κυπρου. Εναν χρονο αργοτερα, αυτοι, δια του Ριχαρδου, πουλησαν το νησι στον Γυη ντε Λουζινιαν, διοτι χρειαζονταν τα χρηματα για την Σταυροφορια τους.

 -------------------------------------------------------------------------------

   Το καστρο της Λεμεσου υπαρχει ακομα πισω απο το λιμανι. Στις μερες μας λειτουργει ως μεσαιωνικο μουσειο. Οι Οθωμανοι και οι Γενοβεζοι εκαναν καποια εργα αποκαταστασης. Το παρεκκλησι του Αγιου Γεωργιου δεν εχει εντοπιστει. Τα γεγονοτα μπορει και να μην εγιναν ετσι οπως περιγραφονται. Η ιστορια αποτελει προιον μυθοπλασιας, μολονοτι καποιες μεσαιωνικες πηγες αναφερουν οτι ο Ριχαρδος οντως κατεκτησε την Κυπρο, επειδη ο Κομνηνος κρατουσε την αδελφη και την μνηστη τους ομηρους. Ποση αληθεια ομως μπορει να υπαρχει σ' αυτο;
      

Keine Kommentare:

Kommentar veröffentlichen